Δευτέρα 24 Σεπτεμβρίου 2007

Χρυση Ευκαιρια

Νύχτα Παρασκευής. Ή Σαββάτου; Τέλος πάντων στη κατάσταση αυτή δεν έχει σημασία. Λίγα πράγματα έχουν πλέον σημασία. Μα τι έπαθα; Αρχίζω και ξεχνάω κιόλας; Μπα. Στη τελική χέστηκα τι μέρα είναι σήμερα ακριβώς. Άνεργος άνθρωπος είμαι. Το πολύ πολύ να χάσω τη μέρα που βγαίνει η χρυσή ευκαιρία. Πραγματικά χρυσή ευκαιρία. Εκατοντάδες σελίδες ανοίγονται μπροστά σου, ξεφυτρώνοντας από μέσα σαν τέρατα εργοδότες, ταβερνιάρηδες, δικηγόροι, ντιλίβερι, γιατροί, διανομείς φυλλαδίων, γραμματείς, μικροβιολόγοι, ακίνητα, κουνιστά, κουνιστές γκόμενες έτοιμες να σου ρουφήξουν το μεδούλι μονάχα με ένα sms. Κάθε λογής απατεώνες της ζωής με μονάχα ενάμισι ευρώ. Θα βάλουν λέει και ντιβιντί δώρο. Έτσι αν τυχόν και δε βρεις δουλειά βάζεις το ντιβιντάκι σου και να ξεχάστηκες. Μέτρα κατά της ανεργίας να δεις θα είναι..
Ίδρωσα χθες το πρωί να βρω μια δουλειά της προκοπής. Σερβιτόρος σε ταβέρνα στην Πλάκα. Με την ονομασία Φλόγες.
-Πέρασε μεθαύριο, το όνομα σου;
-Χρήστος.
-Πέρασε μεθαύριο Χρήστο γιατί αύριο έχω κάτι δουλειές και θ’αφήσω τον μικρό στο πόδι μου. Έλα να σε δω και θα τα κανονίσουμε από κοντά. Έχεις ξαναδουλέψει σερβιτόρος έτσι;
-Ναι, ναι
-Πολύ ωραία έλα τότε μεθαύριο κατά τις 9 το πρωί να τα πούμε.
-Έγινε.
-Γειά σου.
-Γειά σας.
Το κέρδισα το παιχνίδι. Είμαι και Έλληνας. Αξιοσημείωτο προσόν για να δουλέψω ως σερβιτόρος. Είμαι πολύ περήφανος γι’αυτό. Ήθελε και προϋπηρεσία ο μπουρτζόβλαχος. Θα με δει και από κοντά λέει. Μάλλον θα θέλει να δει τη φυσιογνωμία μου. Αν του κάνω αισθητικά. Έμενα βρε κωλόγερε με ρώτησες πως θα ένιωθε η αισθητική μου αν έτρωγα στη ταβέρνα σου με τη ταμπέλα από πάνω να μου θυμίζει πως θα περάσω όλη τη νύχτα στη τουαλέτα; Φλόγες. Άκου Φλόγες!
Νύχτα λοιπόν όποιας τέλος πάντων μέρας είναι. Καθισμένος στη βεράντα του σπιτιού μου, έχω ήδη ξεχάσει την επιτυχία μου στην ανεύρεση εργασίας. Στρίβοντας τσιγάρο κοιτώ τα ατέλειωτα φώτα της Αθήνας. Το σπίτι μου βρίσκεται στη Άνω Κυψέλη. Η Αθήνα φλέγεται. Μη φανταστείτε κοινωνικές αναταραχές, βόμβες μολότοφ και εξεγέρσεις. Απλά το θερμόμετρο άγγιξε σήμερα τους τριάνταεννιά βαθμούς Κέλσιου. Καυσαέρια, μπετά.. Οι θόρυβοι ευτυχώς κοιμήθηκαν νωρίς απόψε. Μόνο κάτι πιτσιρικάδες με μηχανάκια περνούν πότε πότε απ’το δρόμο κάτω απ’το σπίτι μου. Ανάβω το τσιγάρο μου και παίρνω στο χέρι μια μπύρα. Δείχνω προβληματισμένος αλλά δεν είμαι. Δεν ασχολούμαι πια με τα προβλήματα μου. Κι η μπύρα μ’αυτά και ‘αυτά ζεστάθηκε αλλά ούτε και μ’αυτό το θέμα πρόκειται να πολυασχοληθώ. Η πρώτη γουλιά σου δίνει πάντα μια ανεξήγητα ηδονική γεύση. Οι υπόλοιπες δεν προλαβαίνουν καν να ανασάνουν. Στο τέλος σου μένει μια γλυκιά νοσταλγία. Πάντως αν δε ξεδιψάσεις μπορείς να πιεις κι άλλη. Κι άλλη. Αυτή είναι η διαφορά της μπύρας από τη ζωή.

Δεν υπάρχουν σχόλια: